αγορέ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: αγορές

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αγορέ < αγόρι +

Επίρρημα[επεξεργασία]

αγορέ

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]