ανύχι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ανύχι < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ανύχι ουδέτερο

  • (κρητική διάλεκτος) το νύχι

Μεταφράσεις[επεξεργασία]