αποχαλώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αποχαλώ < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα[επεξεργασία]

αποχαλώ

  1. καταστρέφω
  2. χαλώ κάτι τελείως

Μεταφράσεις[επεξεργασία]