αστραπηδόν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αστραπηδόν < (ελληνιστική κοινή) ἀστραπηδόν
Επίρρημα[επεξεργασία]
αστραπηδόν
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αστραπηδόν
|