βενεδικτίνος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- βενεδικτίνος < Βενέδικτος
Επίθετο[επεξεργασία]
βενεδικτίνος
- που ανήκει στην τάξη του αγίου Βενεδίκτου
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
βενεδικτίνος