γαντζώνομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γαντζώνομαι < παθητική φωνή του ρήματος γαντζώνω

Ρήμα[επεξεργασία]

γαντζώνομαι

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]