γιγαντιαίοι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

γιγαντιαίοι

  1. γιγαντιαίος, στην ονομαστική του πληθυντικού
  2. γιγαντιαίος, στην κλητική του πληθυντικού