γκραφίτι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- γκραφίτι < (άμεσο δάνειο) αγγλική graffiti
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γκραφίτι ουδέτερο άκλιτο
- (σπάνιο) άλλη γραφή του γκράφιτι, σύμφωνα με τον τονισμό της αγγλικής λέξης
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
γκραφίτι
|
Κατηγορίες:
- Δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Σπάνιοι όροι (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)