εξαερίσεις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

εξαερίσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος εξαερίζω
  2. θα εξαερίσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος εξαερίζω