εξωστρεφώς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- εξωστρεφώς < εξωστρεφ(ής) + -ώς
Επίρρημα[επεξεργασία]
εξωστρεφώς
- με εξωστρεφή τρόπο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
εξωστρεφώς