επικεντρωθείς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

επικεντρωθείς

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος επικεντρώνομαι
  2. θα επικεντρωθείς: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος επικεντρώνομαι