θαλασσοπνιγεί

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

θαλασσοπνιγεί

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος θαλασσοπνίγομαι
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος θαλασσοπνίγομαι
  3. θα θαλασσοπνιγεί: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος θαλασσοπνίγομαι