ιωδιωμένο άλας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ιωδιωμένο άλας < ιωδιωμένο + άλας

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

ιωδιωμένο άλας ουδέτερο

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]