καρμπιλατέρ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

καρμπιλατέρ < παραφθορά του καρμπιρατέρ

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /kaɾ.bi.laˈteɾ/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

καρμπιλατέρ ουδέτερο άκλιτο