οκταπλούς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

οκταπλούς < από το λόγιο επίθετο ὀκταπλοῦς, οῦς, οῦν (κατά το διπλόος-διπλοῦς)

Επίθετο[επεξεργασία]

οκταπλούς,ούς, ούν (του οκταπλού, των οκταπλών)

  1. ο οκταπλάσιος
  2. ο οκταπλός, ο αποτελούμενος από οκτώ διαδοχικά στρώματα

Μεταφράσεις[επεξεργασία]