οργανωθεί

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

οργανωθεί

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος οργανώνομαι
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος οργανώνομαι
  3. θα οργανωθεί: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος οργανώνομαι