ποδηγετούμαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ποδηγετούμαι, παθητική φωνή του ποδηγετώ

Ρήμα[επεξεργασία]

ποδηγετούμαι

→ δείτε τη λέξη ποδηγετώ