πυξ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πυξ < αρχαία ελληνική πύξ < πυγμή
Επίρρημα[επεξεργασία]
πυξ
- η μπουνιά
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- πυξ λαξ: με μπουνιές και κλωτσιές
- τον πέταξαν έξω πυξ λαξ
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πυξ
|