σβολιάζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: σβωλιάζω

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σβολιάζω < σβόλος + -ιάζω

Ρήμα[επεξεργασία]

σβολιάζω

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]