σοβχόζ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σοβχόζ < (άμεσο δάνειο) ρωσική совхоз
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
σοβχόζ ουδέτερο άκλιτο
- κρατικό αγρόκτημα στη Σοβιετική Ένωση