σουτέρ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σουτέρ < σουτ (αγγλ. shoot) + -ερ ( γαλλική -eur) ((άμεσο δάνειο) αγγλική shooter) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σουτέρ αρσενικό άκλιτο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]