τσούκου τσούκου
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- τσούκου τσούκου : (ηχομιμητική λέξη) → δείτε τη λέξη τσακ
Έκφραση[επεξεργασία]
τσούκου τσούκου
- αργά - αργά
- λέγεται συνηθέστερα για αργοκίνητη μετάβαση, για αργοκίνητη μηχανή ή οτιδήποτε άλλο που παρουσιάζει περιορισμένη δύναμη
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τσούκου τσούκου
|