ώρες ώρες

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

< → δείτε τη λέξη ώρα

Έκφραση[επεξεργασία]

ώρες ώρες

  • κάποιες φορές, που λέγεται περισσότερο σε επαναλαμβανόμενο συναίσθημα

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]