родимое пятно

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρωσικά (ru)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

родимое пятно (ru)

  • ελιά (κηλίδα του δέρματος)