حاجي

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Οθωμανικά τουρκικά (ota)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

حاجي < (άμεσο δάνειο) αραβική حُجِّي (ḥajji) < حَجّ (ḥajj, το προσκύνημα που οφείλει να κάνει κάθε μουσουλμάνος στη Μέκκα), οθωμανική τουρκική حاج (hacc)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

حاجي (haccı - hacı)

  1. (θρησκεία, ισλαμισμός) χατζής
    1. που έχει επισκεφτεί τη Μέκκα
    2. που ταξιδεύει για να επισκεφτεί τη Μέκκα
    3. χριστιανός που έχει επισκεφτεί τους Άγιους Τόπους
  2. τιμητική προσφώνηση

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • σελ. 750 - J.W. Redhouse, A Turkish and English Lexicon. Shewing in English: The Significations of the Turkish Terms [Τουρκικό (οθωμανικό) και αγγλικό λεξικό] (Κωνσταντινούπολη: Printed for the American Mission by A.H. Boyajian, 1884) (ανατύπωση: Βηρυτός: Librairie du Liban, 1974 & 1987).