Astronaut
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Astronaut (de) αρσενικό (θηλυκό Astronautin)
- (επάγγελμα) ο αστροναύτης
Δείτε επίσης : astronaut |
Astronaut (de) αρσενικό (θηλυκό Astronautin)