anesthesia

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

anesthesia (en)

  1. η αναισθησία (η απώλεια των αισθήσεων)
  2. η δημιουργία της παραπάνω κατάστασης με τεχνικές μεθόδους