angiodermatitis
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- angiodermatitis < angio + dermatitis < αρχαία ελληνική ἀγγεῖον + δερματ- (< δέρμα < δέρω) + -itis < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *derǝ-) (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
angiodermatitis (en)