archeolożka

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: archeoložka

Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

archeolożka (pl) θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]