artistic
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | artistic |
συγκριτικός | more artistic |
υπερθετικός | most artistic |
Επίθετο[επεξεργασία]
artistic (en)
- καλλιτεχνικός
- ↪ This circle of young creators represented the contemporary artistic trends.
- Αυτός ο κύκλος των νέων δημιουργών εκπροσωπούσε τις σύγχρονες καλλιτεχνικές τάσεις.
- ↪ This circle of young creators represented the contemporary artistic trends.
Πηγές[επεξεργασία]
Ρουμανικά (ro)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
artistic (ro)