au détail

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

au détail < détail

Επίρρημα[επεξεργασία]

au détail (fr)

  1. λιανικά
  2. ένα ένα

Επίθετο[επεξεργασία]

au détail (fr)

  1. λέγεται για κάτι που γίνεται ένα ένα ή σε μικρές ποσότητες