belle-sœur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
< belle, όμορφη (όρος συμπάθειας), + sœur
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
belle-sœur (fr) θηλυκό
- η αδερφή του/της συζύγου (από την άποψη της συζύγου/του συζύγου), η κουνιάδα
- η σύζυγος του αδερφού ή του κουνιάδου κάποιου