branchiopodes
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
branchiopodes (fr) αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
- (βιολογία) τα βραγχιόποδα
branchiopodes (fr) αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό