camel hair
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
camel hair (en)
- το καμηλόμαλλο
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- camel hair στην αγγλόφωνη Βικιπαίδεια