considerare

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

considerare (it)


Ετυμολογία

[επεξεργασία]
considerare < con- (συν-) + sīder-, ίσως από το sīdus (αστέρι· αστερισμός). Συγκρίνετε: dēsīderō

considerare (la)

  1. εξετάζω
  2. θεωρω