corroborer
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
corroborer < λατινική corroboro
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /kɔ.ʁɔ.bɔ.ʁe/
Ρήμα[επεξεργασία]
corroborer (fr)
corroborer < λατινική corroboro
corroborer (fr)