cypriotiska

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Σουηδικά (sv)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

cypriotiska (sv) θηλυκό και cypriot αρσενικό