débrouillard

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

débrouillard

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

débrouillard (fr) αρσενικό