diorama

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

diorama (en)

  • τρισδιάστατη μινιατούρα, μακέτα, διόραμα, τρισδιάστατη μικρογραφία