disillusioned
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- disillusioned < disillusion + -ed
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˌdɪsəˈluzənd/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
disillusioned (en)