either way
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
either way (en)
- (ιδιωματισμός) όπως και να έχει, ούτως ή άλλως, έτσι κι αλλιώς, είτ' έτσι είτ' αλλιώς, με κάθε τρόπο
- ↪ Either way I must finish it.
- Είτ' έτσι είτ' αλλιώς πρέπει να το τελειώσω.
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη regardless
- ↪ Either way I must finish it.
Πηγές[επεξεργασία]
- either way - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. έτσι. ISBN 9780194325684., λήμμα: 340-341