fawn
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
fawn (en)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
fawn (en)
- (θηλαστικό ζώο) το ελαφάκι
- το πυρόξανθο, ξανθοκόκκινο χρώμα
Ρήμα[επεξεργασία]
fawn (en)
- υποδέχομαι κάποιον κολακευτικά