früh

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Επίρρημα[επεξεργασία]

früh (de)

  • νωρίς
    es ist zu früh - είναι πάρα πολύ νωρίς / παραείναι νωρίς

Αντώνυμα[επεξεργασία]