gades
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- gades < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
gades (fr) αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
- (ψάρι) γάδος, βακαλάος, μπακαλιάρος