hit the spot
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
hit the spot (en)
- (ιδιωματισμός, ανεπίσημο) είναι ό,τι χρειάζεται, είναι ιδιαίτερα ευχάριστο ή κατάλληλο
- ↪ A glass of iced beer hits the spot on a hot day.
- Ένα ποτήρι παγωμένη μπίρα είναι ό,τι χρειάζεται μια ζέστη μέρα.
- ↪ A glass of iced beer hits the spot on a hot day.