insisting

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία en[επεξεργασία]

insisting (en) < insist +‎ -ing

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

insisting (en)