jerk
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
jerk (en)
- o κόπανος (για πρόσωπο)
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- jerk < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
jerk (fr) αρσενικό
- το τζερκ