kathedraal
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ολλανδικά (nl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- kathedraal < λατινική cathedralis
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
kathedraal (nl)
- καθεδρικός, που αναφέρεται σε ναό που είναι έδρα επισκόπου
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
kathedraal (nl)