klingeln
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
klingeln (de)
- πατώ το κουδούνι, κουδουνίζω
- es ist besser zu klingeln - είναι καλύτερο να πατήσεις το κουδούνι