komenciĝi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

komenciĝi < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα komenciĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας komenciĝas komenciĝanta komenciĝata
αόριστος komenciĝis komenciĝinta komenciĝita
μέλλοντας komenciĝos komenciĝonta komenciĝota
υποθετική komenciĝus - -
προστακτική komenciĝu - -

komenciĝi (eo)